Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων έχει ενσωματώσει την πλειονότητα των θεσμικών της σχέσεων με τα πανεπιστημιακά ιδρύματα στη Δράση ΕΤΕπ-Πανεπιστήμια για την Έρευνα, η οποία αποτελείται από τρία διαφορετικά προγράμματα:

  • το EIBURS, το Πρόγραμμα Χρηματοδότησης Πανεπιστημιακής Έρευνας της ΕΤΕπ (EIB University Research Sponsorship Programme),
  • το STAREBEI (STAges de REcherche BEI), ένα πρόγραμμα χρηματοδότησης νέων ερευνητών που εργάζονται σε κοινά σχέδια της ΕΤΕπ και των πανεπιστημίων, και
  • το EIB University Networks, έναν μηχανισμό συνεργασίας για πανεπιστημιακά δίκτυα που έχουν χαρακτηριστικά ιδιαιτέρως συναφή προς τους σκοπούς του Ομίλου ΕΤΕπ.

Το EIBURS επιχορηγεί πανεπιστημιακά ερευνητικά κέντρα των οποίων η έρευνα αφορά θέματα μείζονος ενδιαφέροντος για την Τράπεζα. Οι χορηγίες της ΕΤΕπ ανέρχονται σε ποσό μέχρι 100 000 ευρώ ετησίως για περίοδο τριών ετών, και απονέμονται κατόπιν διαγωνισμού σε πανεπιστημιακά τμήματα ή ερευνητικά κέντρα στην ΕΕ, στις υπό ένταξη και στις εντασσόμενες χώρες, τα οποία έχουν αναγνωρισμένη εμπειρία σε τομείς που έχει επιλέξει η ΕΤΕπ, με σκοπό να τα βοηθήσουν να διευρύνουν τις δραστηριότητές τους στους τομείς αυτούς. Η πρόταση που θα προκριθεί θα πρέπει αποδώσει μία σειρά αποτελεσμάτων (έρευνα, διοργάνωση μαθημάτων και σεμιναρίων, δικτύωση, διάχυση των αποτελεσμάτων κ.λπ.), που θα αποτελέσουν το αντικείμενο συμβατικής συμφωνίας με την Τράπεζα.

Για το ακαδημαϊκό έτος 2009/2010, το πρόγραμμα EIBURS επέλεξε δύο νέους άξονες έρευνας:

  • Ανάπτυξη των δημόσιων ηλεκτρονικών υπηρεσιών στην Ευρώπη

Τόσο στην ανανεωμένη Στρατηγική της Λισσαβώνας, όσο και στο Ευρωπαϊκό σχέδιο για την ανάκαμψη της οικονομίας, επισημαίνεται ότι η δημιουργία υποδομών ευρυζωνικής πρόσβασης υψηλής ταχύτητας στο σύνολο της Ευρώπης αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για να επιταχυνθεί η ανάπτυξη εφαρμογών ηλεκτρονικών υπηρεσιών που αυξάνουν την παραγωγικότητα. Επειδή σε πρώτη φάση η αγορά ενδέχεται να μη παρέχει επαρκή κίνητρα για την ανάπτυξη αυτών των εφαρμογών, αναμένεται από τον δημόσιο τομέα να αναλάβει καθοριστικό ρόλο στην τόνωση της ζήτησης για εφαρμογές, ώστε η δημιουργία των σχετικών υποδομών να δικαιολογείται από οικονομική άποψη.  Οι εφαρμογές αυτές μπορούν να επιτρέψουν και στον ίδιο τον δημόσιο τομέα να επιτύχει σημαντική αύξηση της παραγωγικότητάς του, παρέχοντας με αποτελεσματικότερο τρόπο τις υπάρχουσες υπηρεσίες ή αναπτύσσοντας νέες υπηρεσίες. Συνεπώς, ο δημόσιος τομέας θα μπορούσε να επενδύει στα απαραίτητα δίκτυα υποδομών (δεδομένου του κοινωφελούς τους χαρακτήρα και της υποχρέωσης ελεύθερης πρόσβασης σε αυτά), και ταυτόχρονα να προσδιορίζει τον τύπο των υπηρεσιών που αναμένονται από τις υποδομές αυτές (προσέγγιση με βάση το αποτέλεσμα).

Στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος θα πρέπει να διερευνηθούν οι δυνατότητες ανάπτυξης διαφόρων τύπων ηλεκτρονικών υπηρεσιών (π.χ. στους τομείς της κυβέρνησης, της υγείας και της εκπαίδευσης), και να προσδιοριστούν οι αντίστοιχοι ρόλοι του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα καθώς και οι αποτελεσματικότεροι τρόποι παροχής των υπηρεσιών (ιδίως στο πλαίσιο συμπράξεων δημόσιου-ιδιωτικού τομέα).  Θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι νέες πρωτοβουλίες της ΕΕ - όπως π.χ. η πρωτοβουλία για πρωτοπόρους αγορές στην Ευρώπη (Lead Market Initiative) και οι προ-εμπορικές δημόσιες συμβάσεις - οι οποίες έχουν σκοπό να επιτρέψουν στον δημόσιο τομέα να παίξει καθοριστικό ρόλο στην προώθηση της ανάδυσης νέων αγορών.  Τέλος, θα πρέπει επίσης να εξεταστεί το δημόσιο ενδιαφέρον για την ανάληψη πρωτοβουλιών που ανταποκρίνονται στη ζήτηση και βασίζονται σε εφαρμογές τεχνολογίας πληροφορικής και επικοινωνιών (ΤΠΕ), και σε άλλους τομείς - π.χ. στους τομείς των μεταφορών και, ιδίως, της ενέργειας, στους οποίους η ΤΠΕ μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην αύξηση της ενεργειακής αποδοτικότητας.

Στο πρόγραμμα είναι δυνατόν να ενταχθούν και άλλες δραστηριότητες σχετικές με τον προαναφερόμενο τομέα έρευνας, τις οποίες το πανεπιστημιακό κέντρο θα επιθυμούσε να αναλάβει με τη βοήθεια της παρεχόμενης επιχορήγησης - όπως π.χ. (i) διοργάνωση μαθημάτων και σεμιναρίων, (ii) δημιουργία βάσεων δεδομένων και διενέργεια ερευνών, και (iii) εκπόνηση ενδελεχών περιπτωσιολογικών μελετών (case studies).

  • Χρηματοοικονομική και οικονομική εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων

H χρηματοοικονομική και οικονομική εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων και η ανάλυση των συνεπειών τους για την ανθρώπινη ευημερία έχουν ιδιαίτερη σημασία στο πλαίσιο του προβληματισμού σχετικά με τους αλληλοσυνδεόμενους τομείς των κλιματικών αλλαγών και της βιοποικιλότητας, που αναμένεται να αποτελέσουν ζητήματα μείζονος σημασίας σε παγκόσμιο επίπεδο κατά τον 21ο αιώνα.

Οι κλιματικές αλλαγές συμβαίνουν ήδη: η θερμοκρασία του πλανήτη αυξάνεται, με όλες τις συνακόλουθες αλλαγές, και το φαινόμενο αυτό καθιστά ακόμη μεγαλύτερες τις ήδη υπάρχουσες απειλές για τα οικοσυστήματα και τη βιοποικιλότητα.

Ιδίως τα οικοσυστήματα όπως τα δάση, οι υγροβιότοποι και οι παράκτιες περιοχές, απειλούνται από τη συνεχιζόμενη καταστροφή και τον κατακερματισμό των φυσικών ενδιαιτημάτων. Κατά συνέπεια, απειλούνται επίσης οι διάφορες υπηρεσίες που προσφέρουν τα οικοσυστήματα - όπως η πρόληψη των πλημμυρών, η επικονίαση, η προστασία των εδαφών και η παγίδευση του άνθρακα.  Για να διατηρηθούν οι υπηρεσίες αυτές, είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί η λειτουργικότητα των οικοσυστημάτων σε μακροπρόθεσμη βάση. Τα υγιή οικοσυστήματα είναι λιγότερο ευαίσθητα απέναντι στις επιπτώσεις των κλιματικών αλλαγών και στην αστάθεια των καιρικών συνθηκών.

Στο πλαίσιο αυτό, με βάση τα υφιστάμενα αποτελέσματα ερευνών και εμπειρικά στοιχεία, η ΕΤΕπ προσκαλεί σε υποβολή προτάσεων έρευνας σε έναν ή και τους δύο από τους κατωτέρω συναφείς τομείς:

  • Κόστος και οφέλη της προστασίας των οικοσυστημάτων στο πλαίσιο των κλιματικών αλλαγών, λαμβάνοντας υπόψη, αφενός, την ανάγκη να αντιμετωπιστούν οι υφιστάμενες απειλές για να ενισχυθεί η αντοχή στις επιπτώσεις των κλιματικών αλλαγών, και, αφετέρου, τον ρόλο (και την αξία) των υγιών οικοσυστημάτων όσον αφορά τόσο τον περιορισμό των κλιματικών αλλαγών όσο και την προσαρμογή σε αυτές.
  • Εφαρμογή προσεγγίσεων στηριζόμενων στην αγορά για την προστασία και ενίσχυση των υπηρεσιών που προσφέρουν τα οικοσυστήματα, με βάση την εμπειρία από την αγορά άνθρακα.

Η προθεσμία για την υποβολή των προτάσεων λήγει την 30η Σεπτεμβρίου 2009. Οι προτάσεις που θα υποβληθούν μετά την ημερομηνία αυτή δεν θα ληφθούν υπόψη. Οι προτάσεις πρέπει να αποσταλούν στη διεύθυνση:

EIB-Universities Research Action
100, boulevard Konrad Adenauer
L 2950 Luxembourg
To the attention of Ms. Luisa Ferreira, Co-ordinator.

Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τη διαδικασία επιλογής του προγράμματος EIBURS και με τα άλλα προγράμματα και μηχανισμούς, οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να επισκεφθούν την ιστοσελίδα institute.eib.org/programmes/knowledge.